Τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως
Ὅσο πιὸ βαθειὰ εἶναι ἡ αἰσχύνη ποὺ συνοδεύει τὴν ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν στὴν ἐξομολόγηση, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ χάρη ποὺ θὰ λάβουμε γιὰ τὸν ἀνακαινισμὸ τῆς ζωῆς μᾶς. Κάθε φορὰ ποὺ ἐκθέτουμε τὴ σκέψη μας μὲ ἁπλότητα καὶ ἐμπιστοσύνη σὲ ἕναν ἱερέα, συντελεῖται μιὰ μικρὴ ἀναγέννηση τῆς ψυχῆς μας. Ὁ φωτισμὸς τῆς χάριτος στὴν ψυχὴ μεταδίδει σὲ αὐτὴν τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη γιὰ τὸ ἅλμα τῆς ἐξομολογήσεως. Παραδεχόμαστε τὴν ἀποτυχία μας καὶ τότε ὁ ἱερέας μας βοηθᾶ νὰ διακρίνουμε τὸν στόχο ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔχουμε παρεκκλίνει, ἐπαναφέροντάς μας στὴν ὁδὸ τῆς μετάνοιας ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή. Ἡ καρδιά μας ταπεινώνεται, γεγονὸς ποὺ ἐπισπᾶ τὴν ἰαματικὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Πρὶν ἀπὸ τὴ μετάνοια, ἡ καρδιά μας εἶναι πεπωρωμένη. Φέρει μέσα μας κενὸ καὶ ὁ προορισμός μας μένει ἀνεκπλήρωτος, καθὼς ὁδηγούμαστε πρὸς τὴν ἄβυσσο τοῦ μηδενός. Ἡ ἀληθινὴ ὅμως μετάνοια καὶ ἡ ταπεινὴ ἐξομολόγηση συνοδεύονται πάντοτε ἀπὸ τὸν βαθὺ πόνο γιὰ τὴν ἀσχήμια τῆς πτώσεως. Βιώνουμε πολὺ ἔντονα τὴ στένωση τῆς αἰσχύνης, αἰσθανόμαστε ὅτι βρισκόμαστε σὲ κρίση καὶ ἡ ψυχή μας ἐκτίθεται «γυμνὴν καὶ τετραχηλισμένην»1Ἑβρ. 4,13..
Χρειαζόμαστε μιὰ τέτοια συνειδητοποίηση, διότι τότε Τοῦ λέμε τὴν ἀλήθεια καὶ Ἐκεῖνος μᾶς ἀναγνωρίζει. Ὁμολογούμε ὅτι ‘πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης’2Ψαλμ. 115,2 καὶ ὅτι μόνο ὁ Θεὸς εἶναι ἀληθινός. Προφέροντας τὴν ἀλήθεια διαπιστώνουμε ὅτι μιὰ μικρὴ φλόγα ἀρχίζει νὰ ζεσταίνει τὴν καρδιά μας, καὶ αὐτὴ ἡ ζέση τῆς συντετριμμένης καρδιᾶς μπορεῖ νὰ κατακαύσει σὰν μύγες τοὺς ἀλλότριους λογισμούς.
Στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ πρέπει νὰ κατεργαζόμαστε καινούργιους τρόπους, νέα ἐξομολόγηση τῆς πτωχείας μας, τῆς ἀθλιότητάς μας, δοκιμάζοντας νέους τρόπους γιὰ νὰ βροῦμε ζωοποιὸ ἐπαφὴ μὲ τὴν παρουσία Του. Ἐὰν ὅμως ἐπιτρέψουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ τρέφει κρυφοὺς λογισμοὺς στὴν καρδιά, εἴτε πρόκειται γιὰ λογισμοὺς ὑπερηφάνειας ἢ λαγνείας ἢ θυμοῦ, κάποια στιγμὴ ὁ λογισμὸς θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Ἐὰν δὲν διευθετήσουμε ἄμεσα τὸν λογισμό, δηλαδή, ἐὰν δὲν ἀγωνιστοῦμε νὰ τὸν ξεριζώσουμε ἀπὸ τὴν καρδιὰ μὲ δάκρυα μετανοίας καὶ ἐξομολόγηση, ἀλλὰ τὸ ἀμελοῦμε, ἴσως φαινομενικὰ ὁ λογισμὸς νὰ ἐξαφανισθεῖ, ἀλλὰ ὅταν κάτι μᾶς προκαλέσει, θὰ ξεπροβάλει καὶ πάλι μὲ μεγαλύτερη ὁρμή. Τότε, ἂν ἐκφρασθεῖ μὲ λόγο, θὰ καταστρέψει τὴν πολύτιμη κατάσταση ποὺ μὲ πολὺ κόπο οἰκοδομήσαμε.
Ἡ ἐξομολόγηση τῶν λογισμῶν βοηθᾶ τὴ νήψη τοῦ νοῦ, εἰδικὰ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἡ φανέρωση τῶν σκέψεών μας κατὰ τὴν ἐξομολόγηση ἐπιφέρει τὴν ἐξασθένηση τῆς ἰσχύος τοῦ ἐχθροῦ πάνω μας. Ἡ νήψη πάνω ἀπ’ ὅλα ἀποκτᾶται μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς συντριβῆς στὴν καρδιά, ποὺ μᾶς μεταδίδεται μὲ τὴν αἰσχύνη ποὺ συνοδεύει τὴν ἐξομολόγηση. Ἡ αἰσχύνη ποὺ αἰσθανόμαστε στὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, μετατρέπεται διαρκῶς σὲ ὅπλο ἐνάντια στοὺς ἐχθρούς μας, ἐλευθερώνοντας τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὰ πολλὰ δεσμά, ὥστε νὰ μπορεῖ μὲ αὐξανόμενη ζέση νὰ δράμει τὴν ὁδὸ τῶν ἐντολῶν. Ἡ ἐνέργεια τῆς ἐξομολόγησης φέρει μέσα της ἕναν σταυρικὸ πόνο, ἀλλὰ αὐτὸς ὁ πόνος βοηθᾶ νὰ ἀναπληρώσουμε τὴν ἔλλειψη ἀσκήσεώς μας. Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διδάσκει τὸν ἄνθρωπο μὲ ἄμεσο τρόπο πῶς νὰ χρησιμοποιεῖ κάθε μέλος του στὸν ἀόρατο αὐτὸν πόλεμο. «Εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεός μου ὁ διδάσκων τὰς χεῖράς μου εἰς παράταξιν, τοὺς δακτύλους μου εἰς πόλεμον»3Ψαλμ. 143,1..
Ὁ ἀγώνας τοῦ πιστοῦ δὲν συνίσταται στὸ νὰ βρεῖ καλλιεπεῖς λόγους καὶ τρόπους ὁμολογίας, ἀλλὰ στὸ νὰ καθαρίσει καὶ νὰ ἐλευθερώσει τὴν καρδιά του, γιὰ νὰ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο, ὅπως Τοῦ ὀφείλει, καὶ νὰ ἀντανακλᾶ τὸ ἱλαρὸ Φῶς Του στοὺς γύρω του. Οἱ Μαθητὲς κατὰ τὴν ἐμφάνιση του Ἀναστάντος Κυρίου ἔλαβαν τὸ χρίσμα τῆς χάριτος. Ὁ Κύριος στὴ συνέχεια προέβη στὴν ἐκφορὰ λόγων ποὺ ἐγκαθιδρύουν τὴ Βασιλεία Του πάνω στὴ γῆ καὶ καταρτίζουν τὸ καταστατικὸ τῆς Ἐκκλησίας Του. «Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται»4 Ἰωάν. 20,23.. Πρῶτα τοὺς μετέδωσε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, διότι εἶναι Ἐκεῖνο ποὺ «λύει τὰ δεσμὰ καὶ δροσίζει τὴν φλόγα»5Καταβασίες Πεντηκοστῆς, Εἱρμὸς Ὠδῆς η’., δηλαδή, ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ δροσίζει τὴν καύση τῆς καρδιᾶς ποὺ διψᾶ τὸν Θεό. Ἂν δὲν ἔχει φθάσει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀπάθεια καὶ στὴν πνευματικὴ ἐλευθερία, πῶς θὰ ἀποδεσμεύσει ἄλλους ἀπὸ τὰ πάθη; Ἂν ὁ ἴδιος εἶναι ὑποδουλωμένος καὶ δὲν φέρει δόση Πνεύματος Ἁγίου μέσα του, πῶς θὰ μεταδώσει στοὺς γύρω του τοὺς καρπούς Του;
Οἱ Ἀπόστολοι ἔλαβαν Πνεῦμα Ἅγιο δωρεάν, ὥστε νὰ μεταδίδουν δωρεὰν στοὺς ἀνθρώπους τὰ χαρίσματά Του καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ τοὺς ἐλευθερώνουν ἀπὸ τὴν καταδυναστεία τῶν παθῶν. Τοὺς δόθηκε ὅμως παράλληλα καὶ ἡ ἐξουσία νὰ διακρίνουν ποιοί θὰ παραμένουν δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Οἱ μαθητὲς ἐκείνη τὴ στιγμή, καὶ μέσῳ αὐτῶν οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες διάδοχοί τους, δέχθηκαν τὴν ἐξουσιοδότηση ἀπὸ τὸν Κύριο ὄχι ἁπλῶς νὰ συγχωροῦν, ἀλλὰ ἐπιπλέον νὰ ἐξαλείφουν ἁμαρτίες σὲ ὅσους διακρίνουν ὅτι προσέρχονται μὲ πνεῦμα μετανοίας, ποὺ καθιστᾶ εὔθετο τὸν ἄνθρωπο νὰ λάβει τὴν ἄφεση. Σὲ αὐτοὺς ὅμως ποὺ προσέρχονται «πειράζοντες τὸν Κύριον»6Πρβλ. Σοφ. Σειρ. 18,23., μὲ αὐτάρκεια καὶ ἐπηρμένη καρδιά, οἱ ἁμαρτίες «κεκράτηνται», διότι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἐφιστᾶ τὴν προσοχή, νὰ μὴ δοθεῖ «τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶν» οὔτε νὰ βληθεῖ «ὁ μαργαρίτης» τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἔμπροσθεν τῶν χοίρων»7 Ματθ. 7,6 . Τὸ ἔργο τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαδόχων τους εἶναι ἔργο διακονίας, ποὺ πραγματώνεται ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ μεταδίδει Πνεῦμα Ἅγιο. Ἐπαφίεται στὴ διάκριση τῶν λειτουργῶν τῆς Ἐκκλησίας νὰ γίνουν «καλοὶ οἰκονόμοι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ» γιὰ τοὺς ἀδελφούς τους8Α’ Πέτρ. 4,10..
Ἀπὸ τότε ποὺ ἐπεδήμησε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὴ γῆ, ἐλέγχει τὸν κόσμο «περὶ ἁμαρτίας καὶ περὶ δικαιοσύνης καὶ περὶ κρίσεως»9 Ἰωάν. 16,8-9.. Πρῶτον, ἡ δωρεὰ τοῦ Πνεύματος ἀνοίγει τὰ μάτια μας στὴν ἄβυσσο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀδικίας μας. Μᾶς φανερώνει ὅτι «πᾶσα ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ ὡς ῥάκος ἀποκαθημένης»10 Ἡσ. 64,6., καὶ πὼς τὰ ἔργα μας δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο γι’ αὐτὸν παρὰ ὁ σπόρος τῆς μελλούσης κολάσεως. Δεύτερον, τὸ Πνεῦμα ἀποκαλύπτει τὴν ἀληθινὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μὲ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρό· «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»11Λουκ. 23,34., λόγια ποὺ εἰπώθηκαν ἅπαξ, ἀλλὰ ἡ διηνεκὴς ἐνέργειά τους κάνει ἐφικτὴ τὴν πράξη τῆς μετανοίας. Μέσῳ αὐτοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς ὁδηγεῖ στὴ μόνη ἀληθινὴ μορφὴ κρίσης: νὰ μὴν κρίνουμε τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ νὰ καταδικάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ ἡ αὐτομεμψία καθίσταται τόσο πολύτιμη, διότι εἶναι ἑκούσια ἀνάληψη τῆς μόνης ἀληθινῆς κρίσεως.
Ἡ αὐτοκαταδίκη εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητη προφητικὴ ἄσκηση ταπεινώσεως, ποὺ ἑκουσίως ἀσπαζόμαστε. Ὡστόσο, ἡ πραγματικὴ κατάσταση τοῦ εἰδεχθοῦς προσωπείου τῆς καρδιᾶς μᾶς φανερώνεται πλήρως, ὅταν ὑποβαλλόμαστε σὲ αἰσχύνη. Ὡς ἐκ τούτου, χρειάζεται νὰ δοκιμασθοῦμε ἀπὸ τὸν συσσεισμὸ τῶν ἀκουσίων παθημάτων ποὺ ἡ θεία Πρόνοια θὰ ἐπιτρέψει στὴ ζωή μας. Κατ’ οὐσίαν, ἡ ἀτιμία ὄχι μόνο «καρδίαν ἀνθρώπου ἐδοκίμασεν»12Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία B΄: «Εἰς τὴν κατὰ τὸν τελώνην καὶ τὸν Φαρισαῖον τοῦ Κυρίου παραβολήν» 17, 236-237,Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. ΣΤ΄, ἔκδ. Βασ. Ψευτογκᾶ, Θεσσαλονίκη 2015, σ. 54., ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀλλὰ ἐπιπλέον ἀποκαλύπτει τὸν προφητικὸ πλατυσμὸ τῆς καρδιᾶς μας, ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸ τῆς ταπεινώσεως ποὺ ἐπιδεικνύουμε. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχουμε προετοιμασθεῖ μὲ τὴν εὐγενὴ ἐπιστήμη τῆς ἑκούσιας αὐτοεξουθενώσεως, δὲν θὰ εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοια παθήματα θεοπρεπῶς, χωρὶς ἁμαρτία.
Στὸ καμίνι τῆς μετανοίας ἡ ψυχὴ φλέγεται καὶ πάσχει γιὰ νὰ συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν Θεό. Κατὰ καιροὺς ἐπιτίθεται ὕπουλα ὁ λογισμός: «Γιατὶ αὐτὴ ἡ τρέλλα, μήπως εἶναι παραφροσύνη νὰ παραμένω σὲ τέτοια φωτιὰ καὶ νὰ μὴ ζήσω ἄνετη ζωὴ ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι»; Ἂν ἀποδεχθοῦμε αὐτὴ τὴ σκέψη, ἡ φωτιὰ ποὺ θέριευε μέσα μας σβήνει, καὶ κατεβαίνουμε ἀπὸ τὸν σταυρὸ τῆς μετανοίας. Ὁ πόνος καταλαγιάζει, ἀλλὰ ἀπομακρύνεται ταυτόχρονα καὶ ἡ χάρη ποὺ βίωνε ἡ ψυχή, χωρὶς ἴσως νὰ τὸ ἀντιλαμβάνεται, στὴν ἀρνητική της μορφή. Ταλαίπωροι καὶ πένητες, παραμένουμε ἀνάλγητοι, ἀλλὰ κενοί, ἀπηλλοτριωμένοι ἀπὸ τὴ χάρη τῆς υἱοθεσίας καὶ τῆς μακαριότητας τοῦ Σταυροῦ. Ὅταν ἐξασκηθοῦμε νὰ ἀναγνωρίζουμε τὰ ἴχνη Του ἀκόμη καὶ «ἐν τῷ μέσῳ τοῦ πυρὸς τῆς κολάσεως», τότε αὐτὸ μετατρέπεται σὲ «πνεῦμα δρόσου διασυρίζον» καὶ οἱ φλόγες «οὐχ ἅπτονται ἡμῶν, οὐ λυποῦσιν οὐδὲ παρενοχλοῦσιν ἡμᾶς»13Δαν. 3, Προσευχὴ Ἀζαρίου καὶ Ὕμνος τῶν Τριῶν Παίδων, 26..
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πῦρ καὶ ἡ δωρεά Του διπλή, καθαρτικὴ καὶ φωτιστική. Ἡ ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σφραγίζει ὅτι συμφιλιώθηκε ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, «τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» λύθηκε. Κάθε Χριστιανὸς ἔχει ἐν δυνάμει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπαναλάβει τὴν Πεντηκοστὴ στὴ ζωή του, ὅπως ὅλοι οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες Ἅγιοι. Ὡστόσο, προϋπόθεση γι’ αὐτὸ εἶναι ἡ εἴσοδος «εἰς τὸ ταμιεῖον αὐτοῦ», στὸ ὑπερῶο τῆς καρδιᾶς του, ὅπου μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ θὰ προσκαρτερήσει μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλο τὸ πένθος καὶ ἡ μετάνοιά του, ἕως αἵματος κάποιες φορές, εἶναι γιὰ νὰ ἀνοιχθεῖ στὸν πιστὸ ἡ θύρα τῆς καρδιᾶς ώστε να «ἔρχεται εἰς ἑαυτόν»14Λουκ. 15,17, να ἐπιστρέφει στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ἐντὸς ἡμῶν»15 Λουκ. 17,21.. Τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου πάσχει καὶ ὀδυνᾶται, ἀλλὰ σταδιακὰ ὁ ὀξὺς πόνος ποὺ ἐνεργεῖται ἀπὸ τὴν καθαρτικὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος, μετατρέπεται σὲ γλυκειὰ αὔρα, σὲ «στεναγμοὺς ἀλαλήτους»16Ρωμ. 8,26, ποὺ κράζουν, «Ἀββᾶ ὁ Πατήρ»17 Γαλ. 4,6..
Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο οἰκοδομεῖται ἀδιάρρηκτη, ἰσχυρὴ καὶ ἀσάλευτη σχέση μὲ τὸν Κύριο, ποὺ εὐλογεῖ ὅλες τὶς ἄλλες σχέσεις στὸν παρόντα αἰώνα, καὶ τὶς καθιστᾶ δίκαιες καὶ σύμφωνες μὲ τὸν νόμο καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ πόνος, ὅμως, αὐτὸς μαζὶ μὲ τὴν αἰσχύνη ὀργώνουν τὴ χέρσα γῆ τῆς καρδιᾶς, ἐκριζώνοντας ἀπὸ αὐτὴν τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας. Ο Κύριος παραχωρεῖ νὰ διέλθει ὁ δοῦλος Του «διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος», ὡστόσο μὲ σκοπὸ νὰ τὸν «ἐξαγάγῃ εἰς ἀναψυχήν».
Ὅσο πιὸ συνεπὴς εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τῶν προσταγμάτων τοῦ Κυρίου, τόσο πιὸ στενὸς καὶ ἀδιάρρηκτος θὰ εἶναι ὁ σύνδεσμός μας μὲ τὸν Θεό, καὶ τόσο πιὸ ἐναργὴς ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας Του στὴν καρδιά μας. Τὴ χάρη τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καὶ τὴ ζωοποιὸ παρουσία Του, δὲν τὶς στερεῖται κανένας, φθάνει νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Κύριο μὲ ὅλη τὴν καρδιά μας, νὰ ἀναζητήσουμε μὲ ἀκόρεστη δίψα τὸ Πρόσωπό Του καὶ νὰ παραδοθοῦμε στὸ ἅγιο θέλημά Του. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅμως ἀναγκαζόμαστε νὰ γίνουμε ἀποφασιστικοί, σοφοί, ἀνδρεῖοι, δημιουργικοί· ἐν ὁλίγοις, νὰ ἐφευρίσκουμε μέσα γιὰ νὰ βάζουμε διαρκῶς νέα ἀρχὴ καὶ νὰ πλησιάζουμε κάθε μέρα μὲ διαφορετικὸ τρόπο μετανοίας τὸν Κύριο, λέγοντας ἀδιάλειπτα μὲ τὸν ἴδιο αὐτοκαθορισμό: «Σὺ Κύριε ἀγαθός, Σὺ Κύριε ἀληθινός, ζωὴν ἦλθες παρασχεῖν καὶ οὐ θάνατον, δόξα Σοι».
Ὅταν αἰσθανόμασταν τὸν Χριστὸ νὰ ἐνοικεῖ μέσα μας ἀναπέμπαμε δοξολογία. Μένοντας πιστοὶ στὴν οὐράνια εὐλογία, ἀγωνιζόμαστε νὰ διατηρήσουμε ἀσύλλητο τὸν θησαυρὸ τῆς καρδιᾶς. Παρόλο ποὺ ἡ αἰσθητὴ χάρη ὑφίσταται ὕφεση, εἶναι περίοδος δοκιμῆς, ἐπισκοπῆς καὶ παιδείας τοῦ Οὐράνιου Πατέρα μας, ὥστε νὰ καταστοῦμε ἱκανοὶ νὰ ἀφεθοῦμε στὰ ἅγια χέρια Του, ποὺ θὰ μᾶς διαπεράσουν πάνω ἀπὸ ἄβυσσο στὴ μακαριότητα τῆς συνδιαμονῆς μαζί Του.
Ὁ Κύριος παρέχει τὴν ἴαση σὲ αὐτὸν ποὺ τὴν ἐπιθυμεῖ καὶ δὲν ἀναμένει ἀπαθῶς τὸ τέλος τῶν ἐπιγείων βασάνων του. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποτίζει, καὶ μάλιστα πλουσιοπάροχα, μὲ τὰ νάματα τῆς εὐσεβείας, μὲ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν τὸ ἁλλόμενον εἰς ζωὴν αἰώνιον»18 Ἰωάν. 4,14, τὴν ψυχὴ ποὺ Τὸν διψᾶ καὶ μὲ σφοδρὸ πόθο ἐκζητεῖ «τὴν φλογίζουσαν καὶ ὑετίζουσαν»19Βλ. Ἀκολουθία Ὄρθρου Πεντηκοστῆς, Κάθισμα μετὰ τὴ β΄ στιχολογία. φλόγα τοῦ Παρακλήτου.
🌟Τὸ παρὸν ἄρθρο ἀντλεί ὑλικὸ ἀπὸ τὰ βιβλία Ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος, Δίψα αἰώνιας ζωῆς, Μοναχισμός καὶ Ἡσυχασμός.
Footnotes
- 1Ἑβρ. 4,13.
- 2Ψαλμ. 115,2
- 3Ψαλμ. 143,1.
- 4Ἰωάν. 20,23.
- 5Καταβασίες Πεντηκοστῆς, Εἱρμὸς Ὠδῆς η’.
- 6Πρβλ. Σοφ. Σειρ. 18,23.
- 7Ματθ. 7,6
- 8Α’ Πέτρ. 4,10.
- 9Ἰωάν. 16,8-9.
- 10Ἡσ. 64,6.
- 11Λουκ. 23,34.
- 12Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία B΄: «Εἰς τὴν κατὰ τὸν τελώνην καὶ τὸν Φαρισαῖον τοῦ Κυρίου παραβολήν» 17, 236-237,Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. ΣΤ΄, ἔκδ. Βασ. Ψευτογκᾶ, Θεσσαλονίκη 2015, σ. 54.
- 13Δαν. 3, Προσευχὴ Ἀζαρίου καὶ Ὕμνος τῶν Τριῶν Παίδων, 26.
- 14Λουκ. 15,17
- 15Λουκ. 17,21.
- 16Ρωμ. 8,26
- 17Γαλ. 4,6.
- 18Ἰωάν. 4,14
- 19Βλ. Ἀκολουθία Ὄρθρου Πεντηκοστῆς, Κάθισμα μετὰ τὴ β΄ στιχολογία.